Category: Αυτόπτης μάρτυρας


Το πρώτο μεγάλο… καραούλι μου στο ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού (στο ποδόσφαιρο γιατί στο βόλεϊ οι… ταρζανιές ξεκίνησαν νωρίτερα) ήταν πριν από 11 χρόνια ακριβώς! Παρακολουθώντας το πια με τη χρονική απόσταση που επιτρέπει αντικειμενικότερη καταγραφή της Ιστορίας, τελικά άξιζε τον κόπο. Γιατί αν μη τι άλλο μου έμειναν μόνο καλές αναμνήσεις από την επαφή μου με τον Εμάνουελ Ολιζαντέμπε. Ήταν επιθυμία ενός αναγνώστη να γράψω για τον «Μανώλη» και συνδυάστηκε με την επιστροφή του τα ελληνικά γήπεδα και με… μισό γκολ δικό του -φυσικά στις καθυστερήσεις – χάρισε τη νίκη στη νέα ομάδα του τη Βέροια! Συνέχεια

Δεν ξέρω πως μπορεί να το κρίνει κανείς. Αν σταματούσα σήμερα τη δουλειά, θα ήταν ένα από τα παράσημά μου. Ως μέλος της «Εξέδρας» παρακολούθησα την πρώτη προετοιμασία του, ήμουν στην πρώτη συνέντευξη Τύπου του επί αυστριακού εδάφους, ήμουν μαζί με τον Γιώργο και τον Γιάννη στο τιμ της εφημερίδας που κάναμε την πρώτη συνέντευξη του σε ελληνικό ΜΜΕ. Α, και για να μην το ξεχάσω προφανώς ήμουν σε αυτούς που υπέδειξε στην τελευταία του συνέντευξη πριν φύγει από την Ελλάδα ότι του έκανα πόλεμο γράφοντας όσα μου έλεγε ο Κώστας Αντωνίου (πότε θα πέσει κανένας φούρνος να μας πλακώσει δεν ξέρω…). Συνέχεια

Μερικές φορές το αόρατο χέρι της μοίρας καθοδηγεί κάποια πράγματα. Σήμερα το πρωί «έπεσα» κατά τύχη στις αθλητικές ειδήσεις του BBC (μέσω NOVA). Κάτι το οποίο ασφαλώς και δεν συνηθίζω να κάνω. Παρακολουθώ μόνο εάν κατά τύχη στο ζάπινγκ… σκοντάψω σε αθλητικά. Πρώτη είδηση το Copa Sudamericana. Ε, και ή αφού το γυρίσαμε στο αγγλικό so fucking what; Από διαστροφή εντελώς είπα να δω τις φάσεις. Ημιτελικά της δεύτερης τη τάξει διοργάνωσης συλλόγων εκεί που υπάρχει ποδόσφαιρο στην Αμερική, δηλαδή Κεντρικά και Νότια (ναι ξέρω, παίζει ο Μπέκαμ και ο Ανρί στις Η.Π.Α.). Λίγκα ντε Κίτο από τον Ισημερινό η μία ομάδα, Βέλες Σάρσφιλντ από την Αργεντινή η άλλη. Και ξαφνικά στο μυαλό έτρεξε σε δευτερόλεπτα η σκέψη: «Διάβολε αυτό το γύρισμα του σώματος με τη μπάλα κάτι μου θυμίζει. Τον ξέρω εγώ αυτόν». Η απάντηση ήρθε τόσο άμεσα που χαμογέλασα αφού ήταν σαν κάποιος εκεί στο Λονδίνο να «διάβασε» την απορία μου. Έκι Γκονζάλες! Συνέχεια

Όταν άρχισα να ασχολούμαι με το ρεπορτάζ του Αιγάλεω, στην αρχή του 2005, είχε ήδη αρχίσει να ξενερώνει τη ζωή του στο Σίτι. Κλειστό παιδί πολύ, όπως αρκετοί ποδοσφαιριστές του Αιγάλεω τότε. Ήταν το κλίμα από τη διοίκηση που τους ανάγκαζε. Στα τέλη του 2005 είχε ήδη τολμήσει να αρνηθεί πρόταση του Θωμά (είπαμε ένας είναι) για ανανέωση συμβολαίου. Δεν μπορούσε άλλο να βουλιάζει στα Δυτικά Προάστια. Αρκετές πόρτες του είχε κλείσει ο Θωμάς. Συν τοις άλλοις ακόμα και στο Αιγάλεω οι μηχανισμοί του Θωμά προέβαλαν περισσότερο τον Σκοπελίτη, τον Αγρίτη, τον Ψωμά, τον Μπάρκογλου, τον Μανουσάκη και κάπου εκεί χώραγε ο ίδιος. Το τρικ με την μετανάστευση στην Κιλμάρνοκ, τη δικαστική διαμάχη με το Αιγάλεω και την απελευθέρωση στη Λάρισα τη θυμάμαι πολύ έντονα. Τα είχα ζήσει από μέσα. Είχα μία τους… Θωμάδες να με κατηγορούν ότι παίρνω το μέρος της Λάρισας, μια τον τότε γενικό διευθυντή της ΑΕΛ, Νίκο Λυράκη να μου χρεώνει τοποθέτηση υπέρ του Αιγάλεω. Και ο παίκτης εξαφανισμένος με κλειστό κινητό μόνιμα και δεκάδες μηνύματα συμπαικτών και φίλων να τον περιμένουν.

Τον έχασα τον Γιώργο Φωτάκη από τότε. Τον καμαρώνω, όμως, για την εξέλιξή του. Γιατί έκανε αυτό που ήθελε κόντρα σε θεούς και δαίμονες. Γιατί έβαλε το όνομά του στη σωστή θέση του ελληνικού ποδοσφαίρου. Τώρα στον ΠΑΟΚ όλοι καταλαβαίνουν ότι ο Φωτάκης δεν είναι ένας ρολίστας που συμπληρώνει τη μεσαία γραμμή δίπλα σε Γκαρσία, Ίβιτς, αλλά ένας πολύ χαμηλών τόνων ικανότατος παίκτης. Και σήμερα τον αποθεώνουν άπαντες γιατί -κυρίως- σκόραρε στο 2-2 με τη Ρουμπίν Καζάν.

Στο δικό μου μυαλό ο Φωτάκης είναι ό,τι πιο ολοκληρωμένο σύγχρονο «δεκάρι» έχει το ελληνικό ποδόσφαιρο. Επιτελικός που τσαλακώνεται ως οκτάρι γιατί τρέχει πολύ, ξέρει να κόβει, δεν βάζει τα χέρια στη μέση περιμένοντας τη μπάλα, έχει μεγάλη πάσα, κάθετη πάσα, κινείται στο χώρο, σεντράρει, σουτάρει, έχει καλά στημένα. Είναι ευλογία για τον ΠΑΟΚ που ο Ολυμπιακός μεγαλοπιάνεται με τους ξένους και που Παναθηναϊκός, ΑΕΚ δεν έχουν δυναμική (οικονομική και αγωνιστική) για να δελεάσουν τον παίκτη. Για τον ίδιο τον Φωτάκη, όμως, είναι η κατάλληλη στιγμή να σκεφτεί αυτό που είχε πει κάποτε για τη σύντομη παρουσία του στη Σκωτία: «Εύκολα ξανάπαιζα στο εξωτερικό». Αν δεν το κάνει τώρα, μάλλον δεν θα το κάνει ποτέ. Βάζω την προσωπική μου σφραγίδα (μία έχω όχι σαν του Prince Sultan) ότι ο Φωτάκης αξίζει πολύ περισσότερο από αυτό που κερδίζει από τον ΠΑΟΚ και την Εθνική ομάδα. Έτσι κι αλλιώς ποτέ του δεν επεδίωξε να ανέβει ποδοσφαιρικά κάνοντας δημόσιες σχέσεις.

 Αν δεν με απατά η μνήμη μου πρέπει να ήταν ο πρώτος ποδοσφαιριστής Παναθηναϊκού που γνώρισα από κοντά στο ρεπορτάζ. Ίσως γι’ αυτό τον έβαλα σε μια ξεχωριστή θέση στο ράφι των αναμνήσεών μου από τη δουλειά. Ίσως γι’ αυτό μου στοίχησε λίγο παραπάνω η χθεσινή είδηση: «Ο Γιώργος Αλεξόπουλος ανακοίνωσε ότι σταματάει το ποδόσφαιρο». Ποιες μεταγραφές, ποιος Χιμένεθ με τις τρομερές δικαιολογίες του, ποια Εθνική μπάσκετ. Εδώ ο «Αλεξό», ο «Γιώργαρος», ο «τυπάρας» σταμάτησε. Μου φαίνεται σαν ψέμα. Από την άλλη πόσο κουράγιο να βρει πια μετά από τόσο μεγάλα ζόρια λόγω τραυματισμών;

Δεν μου αρέσουν οι αποχαιρετισμοί. Προτιμώ να κρατώ στη μνήμη μου τους ανθρώπους στα δυνατά τους. Οι ιστορίες για να θυμάμαι τον Αλεξόπουλο είναι τόσες πολλές που φτάνουν και περισσεύουν.

Εικόνες, λοιπόν, μιας 16χρονης διαδρομής. Τέτοιο… βλαμμένο –με την καλή έννοια- ποδοσφαιριστή με τον Παναθηναϊκό δεν γνώρισα άλλον. Μίλαγε με πάθος για το Τριφύλλι. «Βαμμένος» Παναθηναϊκός, τον είχε χαραγμένο στην καρδιά του. Τον θυμάμαι να πετάει εκτός Κυπέλλου το Τριφύλλι με το Αιγάλεω (με εντυπωσιακή εμφάνιση στη ρεβάνς και καθοριστική επέμβαση πάνω στη γραμμή) και μετά το ματς ενώ του έλεγαν όλοι «έδωσες απαντήσεις σε αυτούς που δεν σε πίστευαν» αυτός να λέει: «Τι κατάντια είναι αυτή; Πήγε ο άλλος (τον Μαρκαριάν εννοούσε) και έβαλε τα δεύτερα»!

Τρελαμένος με τη μπάλα. Στα αποδυτήρια πριν τους αγώνες έπαιρνε μια μπάλα και έπαιζε μέσα στα αποδυτήρια. «Τι κάνεις ρε; Τρελάθηκες;», του έλεγαν οι συμπαίκτες του. «Δεν μπορώ την αναμονή. Με σκοτώνει», απαντούσε ο μουρλός!

Τέλος φθινοπώρου 2000. Ο Άγγελος Φιλιππίδης καλεί στο γραφείο του τους παίκτες του 1 εκατ. δραχμών. Μπασινάς, Αλεξόπουλος, Κοτσόλης. Όλοι τους μικροί τότε σε ηλικία αλλά παιδιά της ακαδημίας με σημαντική προσφορά (ειδικά οι δύο πρώτοι). Τα εκατομμύρια «χόρευαν» τριγύρω τους αλλά για εκείνους δεν περίσσευαν. Ο Αλεξόπουλος βγήκε από το γραφείο του Φιλιππίδη με ένα μείγμα οργής και στεναχώριας. Ο τότε πρόεδρος του Παναθηναϊκού είχε προτείνει ένα συμβόλαιο με κλιμακωτές αποδοχές και διάφορα μπόνους, αλλά με τις πάγιες απολαβές πολύ χαμηλές. Ο «Γιώργαρος» ήξερε ότι βγαίνοντας από εκείνη την πόρτα είχε τελειώσει για τον Παναθηναϊκό. Επιβεβαιώθηκε λίγους μήνες αργότερα όταν δόθηκε στον Ηρακλή στα ανταλλάγματα για τον Μιχάλη Κωνσταντίνου.

Παρότι ήταν στην ίδια γενιά ουδείς Παναθηναϊκός τον ενέταξε στην υποτιμητική τότε κατηγορία των Γκουμομπασινάδων. Ο Αλεξόπουλος έβγαζε μια σπάνια ποιότητα για κεντρικό αμυντικό. Ακόμα και τα σπάνια γκολ του στο Τριφύλλι είχαν ομορφιά που σάστιζε. Στην Ελλάδα τέτοιου είδους στόπερ δεν είχαμε δει στα νεώτερα χρόνια. Ο Μανωλάς λογίζονταν λίμπερο. Ήξερε πολύ μπάλα ο «Αλεξό». Τόση που στις προπονήσεις έκανε κόντρες με τους πιο τεχνίτες για το ποιος θα κάνει τα περισσότερα και δυσκολότερα γκελάκια. Τόση που αρκετές φορές γίνονταν η αχίλλειος πτέρνα του αφού υπερεκτιμούσε τις ικανότητές του. Τόση που ενέταξε τον βιρτουόζο του ποδοσφαίρου, Βέλιμιρ Ζάετς στους μόνιμους θαυμαστές του. Ο «Ζέκο» του έδωσε την πρώτη ευκαιρία να πάρει φανέλα βασικού το 1996-97, ο «Ζέκο» έκανε τα πάντα να τον πάρει στην Πόρτσμουθ τον Ιανουάριο του 2005, ο «Ζέκο» συμβούλεψε τον Γιάννη Βαρδινογιάννη να το σκεφτεί καλά για να ξαναπάρει τον Αλεξόπουλο πίσω στο Τριφύλλι.

Τον ξαναβρήκα στο Αιγάλεω τον Αλεξόπουλο. Στα καλύτερα ποδοσφαιρικά του χρόνια. Ό,τι ήθελε έκανε τότε ο «τυπάρας». Καθοδηγούσε την αμυντική γραμμή του Σίτι ευτυχώντας να έχει συμπαίκτες του την καλή φουρνιά των Σκοπελίτη, Αγρίτη, , Μπάρκογλου, Φωτάκη. Μέχρι και ο… περίεργος Θωμάς Μητρόπουλος είχε μαγευτεί από τον «Αλεξό». Δεν του έκανε καμία από τις γνωστές τρέλες. Τη μεταγραφή στην Πόρτσμουθ βέβαια του την «έκοψε» μόνο που τότε ο Αλεξόπουλος είχε ήδη υπογράψει προσύμφωνο στην ΑΕΚ και θα βρίσκονταν πολύ μπλεγμένος εάν πήγαινε στην Αγγλία. Στο Αιγάλεω ο Αλεξόπουλος πήγε μόνος του και είπε στο Θωμά: «Πάρε με στην ομάδα και βάλε ό,τι ποσό θες». Τον πήρε και του έδωσε 17 εκατ. σε δραχμές. Ο Αλεξόπουλος βοήθησε πολύ την πιτσιρικαρία. Μπορεί να είχε λίγο παραπάνω γκρίνια και απαίτηση από αυτούς αλλά έσκυβε πάντα από πάνω τους. Όσοι δεν είναι αχάριστοι το αναγνωρίζουν…

«Παραδίδοντάς» τον στην αγκαλιά της ΑΕΚ ήμουν σίγουρος ότι θα έπαιρνε φανέλα βασικού σπίτι του. Και την πήρε. Μόνο που στην Ένωση έγινε η αρχή του τέλους. Κατά άλλους πιέστηκε από την ΑΕΚ, κατά άλλους πίεσε τον εαυτό του για να μην χάσει τη θέση του. Είμαι κάπου στη μέση, γνωρίζοντας κάποια πράγματα. Η ουσία είναι ότι στην πρώτη του σεζόν εκεί, το 2005-06 ο Αλεξόπουλος δεν έχασε ματς αλλά έχασε την καριέρα του. Στα τελευταία παιχνίδια έπαιζε με πόνους στο γόνατο. Η χονδροπάθεια δεν τον αφήνει. Στην αρχή προσπάθησε με φαρμακευτή αγωγή. Έχασε την προετοιμασία τη σεζόν και τελικά έκανε αρθροσκόπηση. Πέρασαν δύο εφιαλτικά χρόνια μέχρι να επανέρθει στη δράση. Με την ΑΕΚ να τη στηρίζει απόλυτα και μάλιστα να του κάνει και νέο συμβόλαιο. Αλλά η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Και παρότι έκανε φιλότιμες προσπάθειες τη σεζόν 2008-09 τελικά έπαιξε στο 1/3 των αγώνων. Το 2009-10 πάλι τραυματίας όλη τη σεζόν. Η ΑΕΚ τον άφησε ελεύθερο, πήγε στον Εργοτέλη, έπαιξε πάλι στο 1/3 των αγώνων. Είχε κουραστεί πολύ. Ο Πανιώνιος τον ήθελε αλλά ο ίδιος αποφάσισε να φύγει με το κεφάλι ψηλά.

Πολλοί λένε ότι ο Αλεξόπουλος πλήρωσε την περιπετειώδη προσωπική ζωή του. Μπούρδες. Το πρόβλημα του «Αλεξό» ήταν ότι αγαπούσε παράφορα και έμπλεκε. Είχε δύο μεγάλες σε διάρκεια και ταραχώδεις σχέσεις με τα γνωστά μοντέλα Δήμητρα Αιγινίτη και Σίσσυ Χριστίδου. Το όνομά του έπαιζε συχνά σε κουτσομπολίστικα περιοδικά για τα ακριβά δώρα που έκανε και την ιδιαίτερη προσοχή που τους έδειχνε. Επίσης του χρεώνονταν διάφορα μοντέλα ως σύντροφοί του. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι όλα αυτά ουδέποτε επηρέασαν την απόδοσή του. Σε σχέση με πάρα πολλούς συναθλητές του ο Αλεξόπουλος έκανε πολύ πιο υγιεινή ζωή. Τα υπόλοιπα είναι οι κλασικές ελληνικές υπερβολές.

Ένας από τους καλύτερους κεντρικούς αμυντικούς της Ελλάδας την τελευταία δεκαετία τερμάτισε την καριέρα του. Ένα από τα πιο αγαπητά παιδιά από όπου και να πέρασε, κουράστηκε να υπομένει τους πόνους. Τζόρτζιο ευχαριστούμε.

Είναι από τα κείμενα που τα χρωστάω στα πιστεύω μου! Γνωρίζω τις αντιδράσεις που μπορεί να έχουν κάποιοι φίλοι του Παναθηναϊκού αλλά έτσι είναι αυτά: ο καθένας βάσει γνώσεων για οποιοδήποτε θέμα διαμορφώνει και την άποψή του. Ήταν αδύνατο να με αφήσει ασυγκίνητο το άκουσμα της είδησης ότι η σεζόν που ξεκινάει σε πέντε ημέρες είναι η τελευταία εν δράσει του Νίκου Λυμπερόπουλου. Του κατ’ εμέ τελευταίου μεγάλου Έλληνα ποδοσφαιριστή. Συνέχεια

Δύο χρόνια και είκοσι μέρες πριν. Η βραδιά αναμένονταν ονειρική. Εξελίχθηκε εφιαλτική. Ο νέος νέος Παναθηναϊκός με υπέρλαμπρα αστέρια τους Ζιλμπέρτο, Σισέ, Κατσουράνη, Λέτο είχε διασυρθεί από μια ομάδα του συρμού. Η Σπάρτα Πράγας, μια από τις πελάτισσες του Τριφυλλιού τα προηγούμενα χρόνια, είχε σκορπίσει στους πέντε άνεμους τον Παναθηναϊκό κερδίζοντάς τον με 3-1 στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Αγωνιστικά ήταν ένα ματς που φέρει αρκετές ομοιότητες με το χθεσινό στο Τελ Αβίβ. Η κρίση που δημιουργήθηκε ίσως ήταν χειρότερη από τη μπόρα η οποία ξέσπασε χθες. Γιατί τότε οι προσδοκίες ήταν γιγάντιες. Λογικό. Με τόσα χρήματα για μεταγραφές, τέτοιους παίκτες στο ρόστερ, διοίκηση μπετόν αρμέ και προπονητή τον Τεν Κάτε, τι άλλο θα μπορούσε να περιμένει ένας φίλος του Τριφυλλιού; Θυμήθηκα σήμερα τα όσα ακολούθησαν τότε λίγα λεπτά μετά το τέλος του διασυρμού από τη Σπάρτα.

Πρόσωπα χαμένα. Θυμάμαι να κάνουν δηλώσεις μόνο οι νεοφερμένοι του Παναθηναϊκού και οι υπόλοιποι να μουρμουράνε γιατί οι συμπαίκτες τους μιλούσαν (αιώνιο κακό αυτό στην Ελλάδα να δαιμονοποιούνται όσοι δημοσιοποιούν τις απόψεις τους). Περιμένοντας να ολοκληρωθεί η συνέντευξη Τύπου, στη μικτή ζώνη του γηπέδου της Σπάρτα, περίμενα πως και πως εξηγήσεις στα δεκάδες ερωτήματα. Πιο κατάλληλος πέραν του Τεν Κάτε για να εξηγήσει, ήταν ο βοηθός του Χέραλντ Φαν ντερ Λεμ. Ο Τζέρι, για τους παροικούντες την Παιανία, είχε αναλάβει να δει τη Σπάρτα και να την αναλύσει στον Τεν Κάτε προτού ο τότε προπονητής του Παναθηναϊκού έδινε τις κατευθύνσεις στους ποδοσφαιριστές του. Ο Φαν ντερ Λεμ στάθηκε και χωρίς κόπο εκ μέρους μου, δέχθηκε να μιλήσει. Και να εξηγήσει ό,τι τον ρωτούσα. Δεν εξετάζω εδώ την κουλτούρα αυτών των ανθρώπων, η οποία όμως πρέπει να γίνει κάποτε μάθημα σε εμάς. Ήθελε όμως να τα πει. Ο Φαν ντερ Λεμ διακριτικά τα… έριξε στους παίκτες, υπογραμμίζοντας λίγο – πολύ όταν όσα συνέβησαν στο γήπεδο τα είχε αναλύσει στον Τεν Κάτε.

Την ώρα που μιλούσα στον Φαν ντερ Λεμ, έπιασα με την άκρη του ματιού μου 30 μέτρα παραπέρα τον Κώστα Αντωνίου να πηγαινοέρχεται νευρικά γύρω από το πούλμαν του Τριφυλλιού, έχοντας «καρφωμένη» τη ματιά του πάνω στον Ολλανδό βοηθό προπονητή. Μόλις έφυγε ο Φαν ντερ Λεμ, πήγα προς τον Αντωνίου. Πάνω στη συζήτηση ο τότε διευθυντής ποδοσφαίρου του Παναθηναϊκού ρώτησε τι μου είχε πει ο Φαν ντερ Λεμ. Στη γενική ιδέα ότι «εμείς τα είχαμε πει όλα στους παίκτες αλλά αυτοί δεν υπάκουσαν στις οδηγίες», ο Αντωνίου εξερράγη. Ήταν μια έκρηξη της στιγμής με το αίμα να βράζει, από αυτές που δύσκολα ξεχνιούνται. «Μια ζωή τα ίδια. Οι Ολλανδοί δεν φταίνε σε τίποτα. Ή η διοίκηση θα φταίει ή οι παίκτες. Την προετοιμασία εγώ την έκανα; Τους παίκτες μόνος μου τους διάλεξα; Την ενδεκάδα εγώ την επέλεξα; Άντε να μην ανοίξω το στόμα μου γιατί θα πω πολλά. Μου το παίζουν μωρές παρθένες ότι δεν μιλάνε στον Τύπο και δεν διαρρέουν τίποτα αλλά εγώ ξέρω καλά τι γίνεται», ήταν κάποια από όσα είπε και δεν δημοσιεύτηκαν τότε.

Το ίδιο βράδυ ο Αντωνίου τα είπε ένα χεράκι με το ολλανδικό τιμ. Τις επόμενες μέρες τα είπε σε παρόμοιο ύφος και στους ποδοσφαιριστές. Ο Παναθηναϊκός λίγες μέρες μετά στη ρεβάνς επικράτησε 3-0 της Σπάρτα Πράγας, πήγε στα πλέι οφ του Τσάμπιονς Λιγκ και έβαλε στην τσέπη ένα σωρό λεφτά.

Η ιστορία είναι διδακτική. Λένε πως λαός που ξεχνάει ή αγνοεί την ιστορία του δεν έχει μέλλον. Το αυτό ισχύει και στο ποδόσφαιρο. Το παρελθόν βοηθάει να κατανοήσουμε το παρόν. Εκείνη πρόκριση δεν ήρθε φυσικά χάρη στον Αντωνίου. Ήρθε, όμως, και επειδή κούνησε το δαχτυλάκι του και τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα στον Παναθηναϊκό. Για την παρουσία του Αντωνίου ως διευθυντή ποδοσφαίρου γράφει κανείς βιβλίο. Ίσως πολλά κεφάλαια του να είναι αρνητικά. Προφανώς έκανε πολλά λάθη γιατί σε αυτή τη θέση έμαθε στου… κασίδι το κεφάλι. Αλλά η παρουσία του στο πλευρό της ομάδας ήταν τέτοια που φάνταζε -και ήταν- απαραίτητη. Συνήθως με άγριο ύφος, ο Αντωνίου δεν επιχειρούσε να το παίξει καλός. Είτε για το καλό του συλλόγου είτε -και- από προσωπική φοβία για τις ευθύνες του, ο Αντωνίου δημιουργούσε καταστάσεις για να βγει το Τριφύλλι από αγωνιστικά αδιέξοδα. «Σόκαρε» τα αποδυτήρια και το τεχικό τιμ. Ένα τέτοιο σοκ χρειάζεται τώρα ο Παναθηναϊκός. Μόνο που λείπει κάποιος που θα μπορούσε να το προκαλέσει.

 

Μια φορά στο τόσο φτιάχνω το αρχείο μου. Έχοντας δουλέψει 14 χρόνια σε εφημερίδες, το χαρτί δεν το αντικαθιστώ με τίποτα. Και επομένως το αρχείο μου είναι φάκελοι ολόκληροι (καμιά 50αριά, για να αφήσω έξω κουτιά και κουτάκια). Οπισθοδρομικός; Μπορεί. Αλλά έχει άλλη χάρη συγκριτικά με την ηλεκτρονική μορφή. Ξετρύπωσα μέσα σε ένα φάκελο συνεντεύξεων αυτή του Γιούρκα Σεϊταρίδη. Χειμώνας του 2001 ήταν. Στην «Αθλητική Ηχώ». Εποχή της απόλυτης απαγόρευσης για την… αντιπολιτευτική στη διοίκηση του Παναθηναϊκού (Τζίγκερ από πίσω, Φιλιππίδης εμπρός) «Ηχώ» αλλά τότε είχαμε «μπουκάρει» στην Παιανία με διπλό χτύπημα με λίγες μέρες διαφορά, προϊόντα των οποίων ήταν οι παρθενικές συνεντεύξεις των νεοαποκτηθέντων τότε Γιούρκα και Μπόατεγκ! Βλέποντας ξανά τη συνέντευξη του Γιούρκα μελαγχόλησα.

Θυμήθηκα που ο Σεϊταρίδης κοιτούσε συνεχώς το πάτωμα όταν μας έδινε τη συνέντευξη. Γέλασα στην ανάμνηση του να μου απευθύνεται συνεχώς στον πληθυντικό. «Ρε Γιούρκα με κάνεις και αισθάνομαι γέρος. Είσαι 20, είμαι 23. Τι καταλαβαίνεις; Κόψε τον πληθυντικό», του είχα πει. Αυτός εκεί. Ένιωσα παράξενα όταν μου ήρθε στο μυαλό η ανασφάλεια του Γιούρκα για το τι θα γράφαμε από τη συνέντευξη. «Μα, ό,τι είπαμε», του είχα απαντήσει. «Τι, κι αυτό που σου είπα για το μπιλιάρδο και τα αυτοκίνητα;», είχε ρωτήσει έντρομος. Τελικά σαν να το είχε προβλέψει από τότε. Ήταν επιρρεπής στα… τριγύρω του ποδοσφαίρου.

Δεν θα ήταν πάνω από έξι μήνες από τη συνέντευξη και άντίκρισα ένα απόγευμα έξω από το γήπεδο της Λεωφόρου τον Γιούρκα να βγαίνει από μια Mercedes, αν θυμάμαι καλά. Με χαιρέτησε ψυχρά. Ο πληθυντικός είχε κοπεί, όπως και τα χαμόγελα. Έδειχνε να έχει πια «αέρα». Καλό σημάδι από τη μία, είχα σκεφτεί. Αλλά μήπως «φουσκώνουν τα μυαλά του;», ήταν η άλλη σκέψη. Όσο κυλούσε ο καιρός τόσο πιο απόμακρος γίνονταν ο Σεϊταρίδης. Παρέα δεν κάναμε ποτέ για να με πειράξει αλλά η αλλαγή της στάσης του μου θύμιζε πως στο… αλισβερίσι δημοσιογράφων – παικτών μονίμως οι πρώτοι είναι και χαμένοι και δαρμένοι. Στη διάρκεια του Euro 2004 στην Πορτογαλία όπου είχα βρεθεί για λογαριασμό της «Ηχούς», ο Σεϊταρίδης είχε γίνει πια σταρ κανονικός. Τόσο που θυμάμαι ακόμα την έκπληξη δύο συναδέλφων μου όταν μετά από μία προπόνηση της Εθνικής ο Γιούρκας περνώντας μπροστά μου με χαιρέτησε! Αν δεν με απατά η μνήμη μου ήταν ο μοναδικός που δεν μίλησε καθόλου στο Euro.

Τα χρόνια πέρασαν. Μαθαίναμε όλοι τα νέα του Σεϊταρίδη και κυρίως ότι ασχολούνταν πια πολύ περισσότερο με τα τριγύρω παρά με το ποδόσφαιρο. Όταν επέστρεψε στον Παναθηναϊκό ο Γιούρκας όχι απλά δεν «κουβάλησε» την εμπειρία από το εξωτερικό στη σχέση με τα ΜΜΕ αλλά έγινε χειρότερος στην επαφή του, θεωρώντας ότι έχουν δημιουργήσει στρεβλή εικόνα στον κόσμο γι΄αυτόν. Πιο άδικη κρίση δυσκολεύομαι να θυμηθώ. Η στήριξη που έτυχε ο Σεϊταρίδης στην επιστροφή του ήταν απίστευτη έως αναπάντεχη. Το ζήτημα είναι ότι όσα ηλεκτροσόκ και να υπέστη ο ποδοσφαιριστής Σεϊταρίδης δεν επανεμφανίστηκε παρά αραιά και που.

Δύο χρόνια μετά την επιστροφή του, ο Σεϊταρίδης αδυνατεί να βρει ομάδα να φύγει. Στον Παναθηναϊκό ο Φερέιρα τον πήρε στην 20άδα της αποστολής με τη Μακάμπι γιατί είναι τραυματίας ο Μαρίνος: είναι πλέον συμπληρωματικός έως βαρίδι. Και σίγουρα σε αυτό φταίει μόνο ένας: ο Γιούρκας. Δεν με ενδιαφέρει εάν ο Σεϊταρίδης έγινε πλούσιος από το ποδόσφαιρο ή έχασε όλα τα χρήματα σε λάθος επενδύσεις. Με στεναχωρεί που αδίκησε τόσο πολύ τον εαυτό του: εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων. Κρίμα…

Επτά χρόνια πίσω. Το ωραιότερο καλοκαίρι της Ελλάδας. Μια παραμυθένια διαδρομή αρχής γενομένης από την κατάκτηση του Euro έως το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων. Μια από τις ευλογίες της δημοσιογραφίας είναι η δυνατότητα να βρίσκεσαι εντός σε όλα αυτά. Στο πολύ μακρινό -βάσει όσων συμβαίνουν τώρα στη χώρα μας αλλά και στη ζωή καθενός- 2004 η τύχη μου χαμογέλασε χωρίς τσιγκουνιές. Μόνο ως τύχη μπορεί να καταχωρηθεί στη μνήμη το γεγονός ότι έζησα από μέσα όλη την πορεία του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος αλλά και τη διαφορετική μαγεία των Ολυμπιακών Αγώνων. Θα είχε πραγματικό ενδιαφέρον εάν όλοι οι απεσταλμένοι των ελληνικών ΜΜΕ στην Πορτογαλία ενώναμε κάποια στιγμή τα βιώματα και τις εικόνες μας σε ένα βιβλίο. Είναι τόσα πολλά αυτά που έχει κρατήσει ο καθένας. Υπήρχε μια γλυκιά συμμετοχή έως και… συνενοχή σε εκείνη την προσπάθεια της Εθνικής ομάδας. Δεν έχει σημασία γιατί συνέβη αλλά συνέβη.

Ένα απλό παράδειγμα, μια όμορφη προσωπική εικόνα, συνέβη την παραμονή του προημιτελικού με τη Γαλλία. Ο Οτο Ρεχάγκελ κατόπιν και παρότρυνσης της ομάδας των λοχαγών -για να χρησιμοποιησούμε και μια Πασοκική έκφραση- είχε δώσει άδεια στους διεθνείς από το απόγευμα και μετά να κάνουν ό,τι θέλουν. Βεβαίως με συγκεκριμένη ώρα σιωπητηρίου. Μετά από μια ακόμα νυχτερινή επίσκεψη στο γειτονικό του ξενοδοχείου όπου είχαμε καταλύσει μαζί με την αποστολή της Εθνικής, Pizza Hut, η επιστροφή έμοιαζε παρόμοια με τις προηγούμενες. Συζητήσεις για το τι ακόμα μπορεί να πετύχει η Εθνική, για τα χρήματα αλλά και τα καθαρά ρούχα που τελειώνουν (όλοι μα όλοι είχαμε προμήθειες μέχρι το τέλος του ομίλου, προβλέποντας αποκλεισμό…). Ώσπου είκοσι μέτρα μακριά από την είσοδο του ξενοδοχείου πετύχαμε αγκαλιά σε τρυφερό ενσταντανέ -που λένε και στα μεσημεριανά- τον Ντέμη και τη Δέσποινα. Πρώτη μας είδε η Βανδή και «πάγωσε» σαν να λέει «ωχ μας έπιασαν». Ο Νικολαΐδης πιο cool χαμογέλασε, χαιρέτησε και αφού έδωσε ένα τελευταίο φιλί στη Δέσποινα έφυγε για το ξενοδοχείο. Ήταν σίγουρος ότι στην ενοχή του για την παραβίαση του ωραρίου θα υπήρχε η συναυτουργία μας μέσω της συγκάλυψης. Όπως και έγινε και το θέμα έμεινε στο συρτάρι. Φαντάζομαι επτά χρόνια μετά το… έγκλημα παραγράφηκε.

Αυτή ήταν η «δική μου» Εθνική. Κατακτητές της κορυφής με μια παγκόσμια συνωμοσία για την επίτευξη του στόχου.